-
1 ἀπείργω
Aἀπεέργει Hsch.
: [tense] fut. ἀπείρξω: [tense] aor. ἀπείργαθον (q.v.); [tense] aor. also , Th.4.37, etc.:—[voice] Pass., [tense] pf. inf.ἀπεῖρχθαι Phld.Mus.p.19
K.:—keep away from, debar from, c. gen.,ὁ δὲ Τρῶας.. αἰθούσης ἀπέεργεν Il.24.238
;σφέας θυσιέων ἀπέρξαι Hdt.2.124
;ἀ. πόλεως ζυγόν A.Th. 471
;ἐγώ σφ' ἀπείργω.. χαρᾶς S.Aj.51
(dub. sens.);οὐκ ἔστιν ὅτε ἀπείργομέν τινα.. μαθήματος ἢ θεάματος Th.2.39
, cf. 3.45; νόμων ἡμᾶς ἀπείργεις; do you exclude us from their benefit? Ar.V. 467;δείπνου ἀ. τινά Cratin.57
;ἀ. τινὰ ἀπό τινος Hdt.9.68
:—[voice] Med. like [voice] Act.,ἱκέτην ἀπείργεται A.Ch. 569
; but also, keep one's hands off, keep away from, .2 keep from doing, prevent (ἀπείργω τὸν βουλόμενον ἐνεργεῖν τι, ἀνείργω τὸν ἀρξάμενον AB1331
), c. acc. et inf., , cf. E.Rh. 432, Antiph.126; ;ἀ. τι μὴ γίγνεσθαι Pl.Lg. 837d
:—[voice] Pass., to be debarred from doing,ἅπτεσθαί τινος Id.Prm. 148e
.3 c. acc., keep back, keep off, ward off,μικρὸς δὲ λίθος μέγα κῦμ' ἀποέργει Od.3.296
; ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες (sc. τοὺς πολεμίους) Pi.O.13.59;τίς ταῦτ' ἀπεῖρξεν; S.Aj. 1280
; : abs., ἀλλ' ἀπείργοι θεός God forfend! S.Aj. 949;ὅπου μἠ.. καῦμα ἀπείργει Pl.Ti. 22e
, etc.b νόμος οὐδεὶς ἀπεῖργε checked them, Th.2.53, cf. Democr.259; τὴν βίαιον τροφὴν ἀ. prohibit it, Arist.Pol. 1338b41:—[voice] Pass.,φυγῇ ἀπειργόμενος X.HG1.4.15
.c τὸ ἀπεργμένον the old bed of the Nile laid dry by barring or damming off the river, Hdt.2.99; ὁ ἀγκὼν.. ὡς ἀπεργμένος ῥέῃ dammed off, ibid.II part, divide, separate, :—and so, bound, skirt, of seas and rivers, etc.,ὁ Ἅλυς ἔνθεν μὲν Καππαδόκας ἀπέργει, ἐξ εὐωνύμου δὲ Παφλαγόνας Hdt.1.72
; πρὸς βορῆν ἄνεμον ὁ Κεραμεικὸς κόλπος ἀπέργει ib. 174, cf. 204, 2.99, 4.55.2 of travellers, ἐπορεύετο ἐν ἀριστερῇ μὲν ἀπέργων Ποίτειον πόλιν κτλ. keeping Rhoeteium on the left.., Id.7.43; ἐκ δεξιῆς χειρὸς τὸ Πάγγαιον ὄρος ἀ. ib. 112, cf. 109, 8.35.III shut up, confine,αἱ ἐσχατιαὶ τὴν ἄλλην χώρην ἐντὸς ἀ. Id.3.116
;ἀπεργμένον ἐν τῇ ἀκροπόλει Id.1.154
, cf. 5.64;ἐν τῷ ἱρῷ Id.6.79
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀπείργω
Перевод: со всех языков на английский
с английского на все языки- С английского на:
- Все языки
- Со всех языков на:
- Английский